Παρόλα τα προβλήματα της ελληνικής αγοράς, οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δεν χρειάζεται να ανησυχούν -ακόμα τουλάχιστον- μήπως εντάσσονται σε μητρώα εταιρειών παρακολούθησης. Στο εξωτερικό, οι εταιρείες παρακολούθησης εργαζομένων, ναι μεν αποτελούν μια κερδοφόρα βιομηχανία, ελέγχονται δε, ως προς την ηθική των μεθόδων και των αποτελεσμάτων τους.
Του Χρήστου Σύλλα
syllas@kathimerini.gr
Επτά χρόνια μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, ο κλάδος των υπηρεσιών ανθρωπίνου δυναμικού (Ηuman Resources) βλέπει να εξελίσσεται, παράλληλα με τη δική του στοχοθεσία, η βιομηχανία του «background screening», μια βιομηχανία με εξαιρετικά ποσοστά κερδοφορίας και περαιτέρω ανάπτυξης.
Πρόκειται για εταιρείες παρακολούθησης εργαζομένων οι οποίες συλλέγουν λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε πιθανό υποψήφιο προς πρόσληψη σε οποιαδήποτε εργασία. Οι εταιρείες αυτές συγκροτούν ψηφιακά «ντοσιέ» όχι μόνο με πληροφορίες που παραδοσιακά εμφανίζονται σε βιογραφικά σημειώματα - βαθμούς Πανεπιστημίων, τίτλους πτυχίου, σεμινάρια - αλλά και με ιστορικά πιστωτικών συναλλαγών. Ο «εμπλουτισμός» μάλιστα με συζητήσεις του υποψηφίου με φίλους του ή με προηγούμενους εργοδότες του θεωρείται απαραίτητος για έναν ολοκληρωμένο «φάκελο».
Σχετικά θέματα
Λ. Μήτρου: Η ποιότητα της εργασίας δεν εξαρτάται από την επιτήρηση
Ο κλάδος των υπηρεσιών ανθρωπίνου δυναμικού, τόσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο όσο και σε επίπεδο αγοράς, αν και συνεργάζεται με τέτοιου είδους εταιρείες, σε αγορές όπως οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, δείχνει προς το παρόν αρκετά επιφυλακτικός για τη νέα αυτή βιομηχανία χωρίς ωστόσο να αποκλείει πιθανές «συγκλίσεις».
Η «γέννηση» του background screening
Η βιομηχανία σε αριθμούς
Η βιομηχανία των εταιρειών background screening στις ΗΠΑ εκτιμάται γύρω στα 4 δισεκατομμύρια δολάρια με τις εταιρείες να υπολογίζονται γύρω στις 2.000. Κορυφαία ονόματα του χώρου όπως η First Advantage και η Hire Right εμφάνισαν αύξηση κερδών 47% και 44% αντίστοιχα, γεγονός που δείχνει ότι "οι δουλειές πάνε καλά". Ιδιαίτερα όταν οι οικονομικές αφαιμάξεις υπαλλήλων στοιχίζουν στις ΗΠΑ 400 δισ. δολάρια ετησίως.
«Οι εταιρείες background screening δεν εξετάζουν πρότερη εργασιακή εμπειρία του εργαζομένου, κάτι που θα το έκανε μια 'παραδοσιακή' HR εταιρεία. Ασχολούνται με πράγματα που απαιτούν μεγάλη διασταύρωση στοιχείων. Για παράδειγμα εξετάζουν κατά πόσο ένας υποψήφιος έχει εμπλακεί σε ποινικά αδικήματα», σχολιάζει στο kathimerini.gr o κ. Γιάννης Νικολάου, Λέκτορας Οργανωσιακής Συμπεριφοράς στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Πέτρος Μίχος, Head of Executive Search and Selection της ICAP Group, διευκρινίζει ότι «οι παραδοσιακές εταιρείες ΗR δεν έχουν καμία σχέση με τις εταιρείες background screening. Ωστόσο, στο εξωτερικό και σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργούν συμπληρωματικά με το να ελέγχουν αυτά που αναφέρονται στο CV ή στη συνέντευξη του υποψηφίου».
H 11η Σεπτεμβρίου αποτέλεσε ένα ορόσημο στο «άνοιγμα» αυτής της βιομηχανίας παρακολούθησης εργαζομένων καθώς, σύμφωνα με αρκετές έρευνες στο χώρο του ΗR, περισσότερες από τις μισές εταιρείες αύξησαν τα μέτρα ασφαλείας στον εργασιακό χώρο, την ίδια στιγμή που τρεις στους δέκα εργοδότες επέλεγαν ενδελεχή έλεγχο των υποψηφίων προς πρόσληψη. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος της 9/11 ήταν τέτοιος που δεν άφηνε περιθώρια στους εργοδότες να κάνουν μια «λανθασμένη» επιλογή.
«H βιομηχανία του background screening τη δεκαετία του 1990 δεν είχε διαμορφωθεί επ' ουδενί στα μεγέθη που έχει αποκτήσει σήμερα. Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου αποτέλεσαν ορόσημο για την αγορά αυτή και σίγουρα επηρέασαν το χώρο του HR», σημειώνει ο κ. Νικολάου.
Πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν αυτές τις αλλαγές στην επιχειρηματική κουλτούρα των ΗΠΑ, με τις πρακτικές παρακολούθησης πριν από την πρόσληψη (pre-employment) να αυξάνονται παράλληλα με την αύξηση του ποσοστού της εγκληματικής καταδίκης το οποίο από το 8,5% το 2005 ανέβηκε στο 9,5% δύο χρόνια μετά.
Στην ίδια έρευνα, που διεξήχθη από την Kroll, καθίσταται σαφές ότι ολοένα και περισσότεροι εργοδότες πραγματοποιούν εξονυχιστικό έλεγχο όταν ενεργούν για πρόσληψη καθώς αντιλαμβάνονται ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Κρίσιμος ο «δείκτης παγκοσμιότητας» της αγοράς
Πολλές από αυτές τις εταιρείες έχουν ιδρυθεί από πρώην στελέχη του FBI. Η τεχνογνωσία και οι διασυνδέσεις είναι τα απαραίτητα προσόντα για να διεθνοποιηθεί η εταιρεία σε Λονδίνο, Βοστόνη και Μαϊάμι και μελλοντικά και στο Χονγκ Κονγκ.
Η αμερικανική νομοθεσία επιτρέπει τη λειτουργία τέτοιων εταιρειών ωστόσο υπάρχουν οι δικλείδες ασφαλείας για τους εργαζομένους. Το αν τηρούνται είναι άλλο ζήτημα…Κάθε άτομο που παρακολουθείται έχει δικαίωμα πρόσβασης στις αναφορές που τον αφορούν, συνήθως πληρώνοντας 10 δολάρια.
Στη Μεγάλη Βρετανία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην παρακολούθηση υποψηφίων που πρόκειται να προσληφθούν σε δουλειές που αφορούν παιδιά. Την ίδια στιγμή, ρεπορτάζ του BBC καταδεικνύουν αρκετά αιτήματα εργοδοτών για το παρελθόν υποψηφίων που ζητούν δουλειά ως οδηγοί τρένων, κηπουροί και χτίστες!
Εταιρείες background screening στην Ελλάδα, σύμφωνα με μαρτυρίες στελεχών του χώρου, δεν υπάρχουν ή τουλάχιστον, δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη. Το παράδειγμα της αμερικανικής και βρετανικής οικονομίας διαφέρει από το ελληνικό, διατηρώντας ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ευνοούν τη δημιουργία μιας τέτοιας αγοράς.
«Είναι πολύ λογικό η ελληνική αγορά με το μέγεθος που έχει, να είναι αγόνιμη για εταιρείες 'background screening'. Δεν θα συνέφερε μια μικρή εταιρεία να αγοράσει υπηρεσίες τέτοιου είδους, καθώς πρόκειται για μια κοστοβόρα, χρονοβόρα και ιδιαιτέρως ευαίσθητη διαδικασία», εξηγεί ο κ. Νικολάου.
Ακόμη και οι παραδοσιακές εταιρείες ΗR δεν «μπαίνουν στον κόπο» να κάνουν κάτι τέτοιο καθώς το μέγεθος της ελληνικής αγοράς είναι τέτοιο που «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο"…Αν και υπάρχουν περιπτώσεις στελεχών ή εργαζομένων σε χαμηλότερες βαθμίδες που δεν αποδείχτηκαν συνεπείς στην εικόνα του CV τους ή προκάλεσαν εντέχνως οικονομικές ζημιές εκεί όπου προσελήφθησαν, η ελληνική αγορά μάλλον φαίνεται ότι δεν είναι έτοιμη ακόμη για background screening.
Ο Πέτρος Μίχος, με πολύχρονη και διεθνή εμπειρία στην επιλογή στελεχών υψηλόβαθμου επιπέδου εξηγεί: «H ελληνική αγορά είναι μικρή και έχει την τάση να αποβάλει ανθρώπους που δεν είναι ειλικρινείς. Πέρα από αυτό, είμαστε μια αγορά γηγενών και όχι παγκόσμια, κάτι που σημαίνει ότι τα στελέχη που βρίσκονται στη χώρα τα γνωρίζουμε πολύ καλά. Δεν είναι σύνηθες να εμφανίζονται στελέχη σαν 'διάττοντες αστέρες' και μετά να εξαφανίζονται με ευκολία, ώστε να αντιμετωπίσουμε κάποιο πρόβλημα».
Το πόσο «παγκόσμια» είναι η σύνθεση μιας αγοράς αποτελεί μια κρίσιμη παράμετρο για τη συγκεκριμένη βιομηχανία. Δεδομένου ότι μεγάλες εταιρείες στρέφονται ολοένα και περισσότερο στη μέθοδο του outsourcing (ανάθεση εργασίας σε εξωτερικούς συνεργάτες, μερικές φορές και σε υπερεθνικό επίπεδο) σε συνδυασμό με την πραγματικότητα της διεθνούς οικονομικής ύφεσης, η βιομηχανία του «background screening» αναπτύσσεται ραγδαία.
Σύμφωνα με έρευνα της employeescreenIQ, μια από τις τάσεις που αναμένεται να εμφανιστούν στην αμερικανική αγορά εργασίας εντός του 2009, αφορά στη διαστρέβλωση της αλήθειας από υποψηφίους που θέλουν να εξασφαλίσουν μια θέση εργασίας, ιδιαίτερα στο αβέβαιο και «θολό» οικονομικό τοπίο των ΗΠΑ.
Ζήτημα υψηλόβαθμων στελεχών ή απλών εργαζομένων;
Γνωρίζεις πραγματικά τους ανθρώπους γύρω σου;
Όταν η προστασία προσωπικών δεδομένων πάει περίπατο…Το πρώτο ελεύθερο και με διαφήμιση site που διαθέτει βάση δεδομένων με αρχεία εγκλημάτων είναι ήδη on-line. To CriminalSearches.com στις ΗΠΑ προσφέρει στους επισκέπτες πρόσβαση σε κρατικά αρχεία και των 50 πολιτειών.
Διαβάζοντας ιστορίες ατόμων που έπεσαν θύματα λανθασμένης πληροφόρησης από εταιρείες παρακολούθησης στις ΗΠΑ, αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι περισσότεροι «πρωταγωνιστές» είναι απλοί υπάλληλοι ή μεσαία στελέχη σε διάφορες επιχειρήσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Thiodore Pendergrass, o οποίος δουλεύοντας για μεγάλη αλυσίδα φαρμακείων στις ΗΠΑ βρέθηκε να κατηγορείται άδικα διότι, σύμφωνα με την εταιρεία, έκλεψε χρήματα από τα ταμεία της. Ο 25χρονος Αμερικανός αν και δικαιώθηκε στη συνέχεια, δεν έχει κατορθώσει να εργαστεί σε πόστα παρόμοια με το προηγούμενο (υπεύθυνος καταστήματος), καθώς η εταιρεία παρακολούθησης ChoicePoint (μια από τις ηγέτιδες στο χώρο) είχε στα χέρια της την αναφορά κλοπής της πρώην εταιρείας του Pendergrass.
Αναρίθμητα είναι τα παραδείγματα ατόμων που αν και συνελλήφθησαν εκτίοντας μικρές ποινές, δεν έχουν κατορθώσει να απεκδυθούν το στίγμα του εγκληματία και να επανενταχθούν ομαλά στον εργασιακό χώρο.
Ωστόσο, εύλογα προκύπτει το ερώτημα γιατί απουσιάζουν οι μαρτυρίες υψηλόβαθμων στελεχών. Διότι στελέχη τέτοιου επιπέδου γνωρίζουν ότι η προοπτική της καριέρας τους δεν ευνοείται από την σχετική έκθεση στα media. Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, ωστόσο, και οι μεγαλύτερες αφαιμάξεις από εταιρείες (βλέπε σκάνδαλο της Enron) γίνονται από υψηλόβαθμα στελέχη.
«Σε κάθε HR project είναι πολύ μεγάλη η σημασία της θέσης. (σ.σ: του πόστου). Τις εταιρείες αυτές ενδιαφέρει να γίνει μια αναζήτηση σε βάθος, δηλαδή της οικονομικής και πιστοληπτικής ικανότητας και της νομικής ακεραιότητας του υποψηφίου. Όποιο και αν είναι το κόστος, οι μεγάλες εταιρείες θα δώσουν τα χρήματα για να αποφύγουν οποιαδήποτε μελλοντικά προβλήματα», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Νικολάου για την παρακολούθηση των υψηλόβαθμων υποψηφίων και εξηγεί:
«Την ίδια στιγμή, ωστόσο, μεγάλο ρόλο παίζει και η ευαισθησία της θέσης. Για παράδειγμα, ο φύλακας μιας τράπεζας», προσθέτει.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από New York Times, Business Week, www.shrm.org, BBC
Του Χρήστου Σύλλα
syllas@kathimerini.gr
Επτά χρόνια μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, ο κλάδος των υπηρεσιών ανθρωπίνου δυναμικού (Ηuman Resources) βλέπει να εξελίσσεται, παράλληλα με τη δική του στοχοθεσία, η βιομηχανία του «background screening», μια βιομηχανία με εξαιρετικά ποσοστά κερδοφορίας και περαιτέρω ανάπτυξης.
Πρόκειται για εταιρείες παρακολούθησης εργαζομένων οι οποίες συλλέγουν λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε πιθανό υποψήφιο προς πρόσληψη σε οποιαδήποτε εργασία. Οι εταιρείες αυτές συγκροτούν ψηφιακά «ντοσιέ» όχι μόνο με πληροφορίες που παραδοσιακά εμφανίζονται σε βιογραφικά σημειώματα - βαθμούς Πανεπιστημίων, τίτλους πτυχίου, σεμινάρια - αλλά και με ιστορικά πιστωτικών συναλλαγών. Ο «εμπλουτισμός» μάλιστα με συζητήσεις του υποψηφίου με φίλους του ή με προηγούμενους εργοδότες του θεωρείται απαραίτητος για έναν ολοκληρωμένο «φάκελο».
Σχετικά θέματα
Λ. Μήτρου: Η ποιότητα της εργασίας δεν εξαρτάται από την επιτήρηση
Ο κλάδος των υπηρεσιών ανθρωπίνου δυναμικού, τόσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο όσο και σε επίπεδο αγοράς, αν και συνεργάζεται με τέτοιου είδους εταιρείες, σε αγορές όπως οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, δείχνει προς το παρόν αρκετά επιφυλακτικός για τη νέα αυτή βιομηχανία χωρίς ωστόσο να αποκλείει πιθανές «συγκλίσεις».
Η «γέννηση» του background screening
Η βιομηχανία σε αριθμούς
Η βιομηχανία των εταιρειών background screening στις ΗΠΑ εκτιμάται γύρω στα 4 δισεκατομμύρια δολάρια με τις εταιρείες να υπολογίζονται γύρω στις 2.000. Κορυφαία ονόματα του χώρου όπως η First Advantage και η Hire Right εμφάνισαν αύξηση κερδών 47% και 44% αντίστοιχα, γεγονός που δείχνει ότι "οι δουλειές πάνε καλά". Ιδιαίτερα όταν οι οικονομικές αφαιμάξεις υπαλλήλων στοιχίζουν στις ΗΠΑ 400 δισ. δολάρια ετησίως.
«Οι εταιρείες background screening δεν εξετάζουν πρότερη εργασιακή εμπειρία του εργαζομένου, κάτι που θα το έκανε μια 'παραδοσιακή' HR εταιρεία. Ασχολούνται με πράγματα που απαιτούν μεγάλη διασταύρωση στοιχείων. Για παράδειγμα εξετάζουν κατά πόσο ένας υποψήφιος έχει εμπλακεί σε ποινικά αδικήματα», σχολιάζει στο kathimerini.gr o κ. Γιάννης Νικολάου, Λέκτορας Οργανωσιακής Συμπεριφοράς στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο κ. Πέτρος Μίχος, Head of Executive Search and Selection της ICAP Group, διευκρινίζει ότι «οι παραδοσιακές εταιρείες ΗR δεν έχουν καμία σχέση με τις εταιρείες background screening. Ωστόσο, στο εξωτερικό και σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργούν συμπληρωματικά με το να ελέγχουν αυτά που αναφέρονται στο CV ή στη συνέντευξη του υποψηφίου».
H 11η Σεπτεμβρίου αποτέλεσε ένα ορόσημο στο «άνοιγμα» αυτής της βιομηχανίας παρακολούθησης εργαζομένων καθώς, σύμφωνα με αρκετές έρευνες στο χώρο του ΗR, περισσότερες από τις μισές εταιρείες αύξησαν τα μέτρα ασφαλείας στον εργασιακό χώρο, την ίδια στιγμή που τρεις στους δέκα εργοδότες επέλεγαν ενδελεχή έλεγχο των υποψηφίων προς πρόσληψη. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος της 9/11 ήταν τέτοιος που δεν άφηνε περιθώρια στους εργοδότες να κάνουν μια «λανθασμένη» επιλογή.
«H βιομηχανία του background screening τη δεκαετία του 1990 δεν είχε διαμορφωθεί επ' ουδενί στα μεγέθη που έχει αποκτήσει σήμερα. Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου αποτέλεσαν ορόσημο για την αγορά αυτή και σίγουρα επηρέασαν το χώρο του HR», σημειώνει ο κ. Νικολάου.
Πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν αυτές τις αλλαγές στην επιχειρηματική κουλτούρα των ΗΠΑ, με τις πρακτικές παρακολούθησης πριν από την πρόσληψη (pre-employment) να αυξάνονται παράλληλα με την αύξηση του ποσοστού της εγκληματικής καταδίκης το οποίο από το 8,5% το 2005 ανέβηκε στο 9,5% δύο χρόνια μετά.
Στην ίδια έρευνα, που διεξήχθη από την Kroll, καθίσταται σαφές ότι ολοένα και περισσότεροι εργοδότες πραγματοποιούν εξονυχιστικό έλεγχο όταν ενεργούν για πρόσληψη καθώς αντιλαμβάνονται ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Κρίσιμος ο «δείκτης παγκοσμιότητας» της αγοράς
Πολλές από αυτές τις εταιρείες έχουν ιδρυθεί από πρώην στελέχη του FBI. Η τεχνογνωσία και οι διασυνδέσεις είναι τα απαραίτητα προσόντα για να διεθνοποιηθεί η εταιρεία σε Λονδίνο, Βοστόνη και Μαϊάμι και μελλοντικά και στο Χονγκ Κονγκ.
Η αμερικανική νομοθεσία επιτρέπει τη λειτουργία τέτοιων εταιρειών ωστόσο υπάρχουν οι δικλείδες ασφαλείας για τους εργαζομένους. Το αν τηρούνται είναι άλλο ζήτημα…Κάθε άτομο που παρακολουθείται έχει δικαίωμα πρόσβασης στις αναφορές που τον αφορούν, συνήθως πληρώνοντας 10 δολάρια.
Στη Μεγάλη Βρετανία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην παρακολούθηση υποψηφίων που πρόκειται να προσληφθούν σε δουλειές που αφορούν παιδιά. Την ίδια στιγμή, ρεπορτάζ του BBC καταδεικνύουν αρκετά αιτήματα εργοδοτών για το παρελθόν υποψηφίων που ζητούν δουλειά ως οδηγοί τρένων, κηπουροί και χτίστες!
Εταιρείες background screening στην Ελλάδα, σύμφωνα με μαρτυρίες στελεχών του χώρου, δεν υπάρχουν ή τουλάχιστον, δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη. Το παράδειγμα της αμερικανικής και βρετανικής οικονομίας διαφέρει από το ελληνικό, διατηρώντας ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ευνοούν τη δημιουργία μιας τέτοιας αγοράς.
«Είναι πολύ λογικό η ελληνική αγορά με το μέγεθος που έχει, να είναι αγόνιμη για εταιρείες 'background screening'. Δεν θα συνέφερε μια μικρή εταιρεία να αγοράσει υπηρεσίες τέτοιου είδους, καθώς πρόκειται για μια κοστοβόρα, χρονοβόρα και ιδιαιτέρως ευαίσθητη διαδικασία», εξηγεί ο κ. Νικολάου.
Ακόμη και οι παραδοσιακές εταιρείες ΗR δεν «μπαίνουν στον κόπο» να κάνουν κάτι τέτοιο καθώς το μέγεθος της ελληνικής αγοράς είναι τέτοιο που «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο"…Αν και υπάρχουν περιπτώσεις στελεχών ή εργαζομένων σε χαμηλότερες βαθμίδες που δεν αποδείχτηκαν συνεπείς στην εικόνα του CV τους ή προκάλεσαν εντέχνως οικονομικές ζημιές εκεί όπου προσελήφθησαν, η ελληνική αγορά μάλλον φαίνεται ότι δεν είναι έτοιμη ακόμη για background screening.
Ο Πέτρος Μίχος, με πολύχρονη και διεθνή εμπειρία στην επιλογή στελεχών υψηλόβαθμου επιπέδου εξηγεί: «H ελληνική αγορά είναι μικρή και έχει την τάση να αποβάλει ανθρώπους που δεν είναι ειλικρινείς. Πέρα από αυτό, είμαστε μια αγορά γηγενών και όχι παγκόσμια, κάτι που σημαίνει ότι τα στελέχη που βρίσκονται στη χώρα τα γνωρίζουμε πολύ καλά. Δεν είναι σύνηθες να εμφανίζονται στελέχη σαν 'διάττοντες αστέρες' και μετά να εξαφανίζονται με ευκολία, ώστε να αντιμετωπίσουμε κάποιο πρόβλημα».
Το πόσο «παγκόσμια» είναι η σύνθεση μιας αγοράς αποτελεί μια κρίσιμη παράμετρο για τη συγκεκριμένη βιομηχανία. Δεδομένου ότι μεγάλες εταιρείες στρέφονται ολοένα και περισσότερο στη μέθοδο του outsourcing (ανάθεση εργασίας σε εξωτερικούς συνεργάτες, μερικές φορές και σε υπερεθνικό επίπεδο) σε συνδυασμό με την πραγματικότητα της διεθνούς οικονομικής ύφεσης, η βιομηχανία του «background screening» αναπτύσσεται ραγδαία.
Σύμφωνα με έρευνα της employeescreenIQ, μια από τις τάσεις που αναμένεται να εμφανιστούν στην αμερικανική αγορά εργασίας εντός του 2009, αφορά στη διαστρέβλωση της αλήθειας από υποψηφίους που θέλουν να εξασφαλίσουν μια θέση εργασίας, ιδιαίτερα στο αβέβαιο και «θολό» οικονομικό τοπίο των ΗΠΑ.
Ζήτημα υψηλόβαθμων στελεχών ή απλών εργαζομένων;
Γνωρίζεις πραγματικά τους ανθρώπους γύρω σου;
Όταν η προστασία προσωπικών δεδομένων πάει περίπατο…Το πρώτο ελεύθερο και με διαφήμιση site που διαθέτει βάση δεδομένων με αρχεία εγκλημάτων είναι ήδη on-line. To CriminalSearches.com στις ΗΠΑ προσφέρει στους επισκέπτες πρόσβαση σε κρατικά αρχεία και των 50 πολιτειών.
Διαβάζοντας ιστορίες ατόμων που έπεσαν θύματα λανθασμένης πληροφόρησης από εταιρείες παρακολούθησης στις ΗΠΑ, αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι περισσότεροι «πρωταγωνιστές» είναι απλοί υπάλληλοι ή μεσαία στελέχη σε διάφορες επιχειρήσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Thiodore Pendergrass, o οποίος δουλεύοντας για μεγάλη αλυσίδα φαρμακείων στις ΗΠΑ βρέθηκε να κατηγορείται άδικα διότι, σύμφωνα με την εταιρεία, έκλεψε χρήματα από τα ταμεία της. Ο 25χρονος Αμερικανός αν και δικαιώθηκε στη συνέχεια, δεν έχει κατορθώσει να εργαστεί σε πόστα παρόμοια με το προηγούμενο (υπεύθυνος καταστήματος), καθώς η εταιρεία παρακολούθησης ChoicePoint (μια από τις ηγέτιδες στο χώρο) είχε στα χέρια της την αναφορά κλοπής της πρώην εταιρείας του Pendergrass.
Αναρίθμητα είναι τα παραδείγματα ατόμων που αν και συνελλήφθησαν εκτίοντας μικρές ποινές, δεν έχουν κατορθώσει να απεκδυθούν το στίγμα του εγκληματία και να επανενταχθούν ομαλά στον εργασιακό χώρο.
Ωστόσο, εύλογα προκύπτει το ερώτημα γιατί απουσιάζουν οι μαρτυρίες υψηλόβαθμων στελεχών. Διότι στελέχη τέτοιου επιπέδου γνωρίζουν ότι η προοπτική της καριέρας τους δεν ευνοείται από την σχετική έκθεση στα media. Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα, ωστόσο, και οι μεγαλύτερες αφαιμάξεις από εταιρείες (βλέπε σκάνδαλο της Enron) γίνονται από υψηλόβαθμα στελέχη.
«Σε κάθε HR project είναι πολύ μεγάλη η σημασία της θέσης. (σ.σ: του πόστου). Τις εταιρείες αυτές ενδιαφέρει να γίνει μια αναζήτηση σε βάθος, δηλαδή της οικονομικής και πιστοληπτικής ικανότητας και της νομικής ακεραιότητας του υποψηφίου. Όποιο και αν είναι το κόστος, οι μεγάλες εταιρείες θα δώσουν τα χρήματα για να αποφύγουν οποιαδήποτε μελλοντικά προβλήματα», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Νικολάου για την παρακολούθηση των υψηλόβαθμων υποψηφίων και εξηγεί:
«Την ίδια στιγμή, ωστόσο, μεγάλο ρόλο παίζει και η ευαισθησία της θέσης. Για παράδειγμα, ο φύλακας μιας τράπεζας», προσθέτει.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από New York Times, Business Week, www.shrm.org, BBC
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου