Η μοναξιά, κατά τους ερευνητές, επιφέρει κατάθλιψη σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και αυτό σημαίνει ότι ο μοναχικός άνθρωπος σταδιακά παύει να ενδιαφέρεται για την κατάσταση της υγείας του. Ακριβώς για αυτό, κατά τον Μπλατ, οι γιατροί πρέπει να φροντίζουν να σχηματίζουν ένα πλήρες κοινωνικό ιστορικό του ασθενούς, ώστε να αξιολογούν καλύτερα τους παράγοντες κινδύνου, ανάλογα με τη μοναξιά που ο καθένας βιώνει στην καθημερινή ζωή του.
Η μοναξιά σχετίζεται με θνησιμότητα 14,1% από οποιαδήποτε αιτία μέσα σε διάστημα τετραετίας (έναντι 11,1% όσων δεν ζουν μόνοι τους) και με θνησιμότητα 8,6% (έναντι 6,8%) ειδικά από καρδιαγγειακή αιτία. Από άποψη ηλικίας, για τα μοναχικά άτομα 45 έως 65 ετών ο κίνδυνος θανάτου είναι 7,7% (έναντι 5,7%) και για τα άτομα από 66 έως 80 ετών 13,2% (έναντι 12,3%), ενώ για τους άνω των 80 ετών δεν υπάρχει διαφορά στον κίνδυνο θανάτου μεταξύ μοναχικών και μη. Συνεπώς, ο κίνδυνος είναι αναλογικά μεγαλύτερος στους μοναχικούς ανθρώπους μικρότερης ηλικίας.
Σύμφωνα με δύο νέες αμερικανικές επιστημονικές έρευνες, όσοι ζουν σε κοινωνική απομόνωση έχουν αυξημένες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιά ή άλλη αιτία, προφανώς πρώτον διότι δεν υπάρχει η φροντίδα ενός δεύτερου προσώπου και δεύτερον επειδή αυτός ο τρόπος ζωής προκαλεί κατάθλιψη.
Η πρώτη μελέτη διαπίστωσε ότι όσοι άνθρωποι ζουν μόνοι τους είναι πιο πιθανό να πεθάνουν από καρδιαγγειακό πρόβλημα, ενώ η δεύτερη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όσοι είναι άνω των 60 ετών κινδυνεύουν περισσότερο από μία γενικότερη κατάπτωση των λειτουργιών και ικανοτήτων τους ή και από θάνατο, όταν είναι μόνοι τους ή αισθάνονται έτσι.
Όπως τόνισε ο υπεύθυνος της πρώτης μελέτης, δρ Ντίπακ Μπλατ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Brigham and Women'Αs της Βοστώνης, «η μοναξιά από μόνη της αποτελεί παράγοντα κινδύνου» και αυτό άσχετα με το αν κανείς ζει μόνος του γιατί το επέλεξε ή επειδή έχασε τον σύντροφό του. Όπως επεσήμανε, κάποιος μπορεί να αισθάνεται μοναξιά, παρόλο που δεν ζει μόνος του ή, αντίθετα, μπορεί να ζει μόνος του, αλλά να μη βιώνει αυτό το συναίσθημα. Παρ’ όλα αυτά, η ζωή χωρίς σύντροφο αφήνει το αρνητικό της αποτύπωμα στον οργανισμό.
Η δεύτερη έρευνα, με επικεφαλής τη δρα Κάρλα Περισινότο του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Φρανσίσκο, βρήκε ότι η μοναξιά σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου μέσα σε μία χρονική περίοδο εξαετίας, αλλά επίσης με λειτουργική κατάπτωση του οργανισμού των μοναχικών ανθρώπων. Οι ερευνητές, που μελέτησαν 1.600 άτομα με μέση ηλικία 71 ετών, εκ των οποίων το 43% ένιωθε μοναξιά, βρήκαν ότι μέσα στην επόμενη εξαετία το 24,8% των μοναχικών (έναντι 12,5% των υπολοίπων) εμφάνισε δυσκολίες στην εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων του, ενώ το 40,8% (έναντι 27,9%) δυσκολευόταν να ανέβει σκάλες.
Η μοναξιά σχετίζεται με θνησιμότητα 14,1% από οποιαδήποτε αιτία μέσα σε διάστημα τετραετίας (έναντι 11,1% όσων δεν ζουν μόνοι τους) και με θνησιμότητα 8,6% (έναντι 6,8%) ειδικά από καρδιαγγειακή αιτία. Από άποψη ηλικίας, για τα μοναχικά άτομα 45 έως 65 ετών ο κίνδυνος θανάτου είναι 7,7% (έναντι 5,7%) και για τα άτομα από 66 έως 80 ετών 13,2% (έναντι 12,3%), ενώ για τους άνω των 80 ετών δεν υπάρχει διαφορά στον κίνδυνο θανάτου μεταξύ μοναχικών και μη. Συνεπώς, ο κίνδυνος είναι αναλογικά μεγαλύτερος στους μοναχικούς ανθρώπους μικρότερης ηλικίας.
Σύμφωνα με δύο νέες αμερικανικές επιστημονικές έρευνες, όσοι ζουν σε κοινωνική απομόνωση έχουν αυξημένες πιθανότητες να πεθάνουν από καρδιά ή άλλη αιτία, προφανώς πρώτον διότι δεν υπάρχει η φροντίδα ενός δεύτερου προσώπου και δεύτερον επειδή αυτός ο τρόπος ζωής προκαλεί κατάθλιψη.
Η πρώτη μελέτη διαπίστωσε ότι όσοι άνθρωποι ζουν μόνοι τους είναι πιο πιθανό να πεθάνουν από καρδιαγγειακό πρόβλημα, ενώ η δεύτερη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όσοι είναι άνω των 60 ετών κινδυνεύουν περισσότερο από μία γενικότερη κατάπτωση των λειτουργιών και ικανοτήτων τους ή και από θάνατο, όταν είναι μόνοι τους ή αισθάνονται έτσι.
Όπως τόνισε ο υπεύθυνος της πρώτης μελέτης, δρ Ντίπακ Μπλατ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Brigham and Women'Αs της Βοστώνης, «η μοναξιά από μόνη της αποτελεί παράγοντα κινδύνου» και αυτό άσχετα με το αν κανείς ζει μόνος του γιατί το επέλεξε ή επειδή έχασε τον σύντροφό του. Όπως επεσήμανε, κάποιος μπορεί να αισθάνεται μοναξιά, παρόλο που δεν ζει μόνος του ή, αντίθετα, μπορεί να ζει μόνος του, αλλά να μη βιώνει αυτό το συναίσθημα. Παρ’ όλα αυτά, η ζωή χωρίς σύντροφο αφήνει το αρνητικό της αποτύπωμα στον οργανισμό.
Η δεύτερη έρευνα, με επικεφαλής τη δρα Κάρλα Περισινότο του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Φρανσίσκο, βρήκε ότι η μοναξιά σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου μέσα σε μία χρονική περίοδο εξαετίας, αλλά επίσης με λειτουργική κατάπτωση του οργανισμού των μοναχικών ανθρώπων. Οι ερευνητές, που μελέτησαν 1.600 άτομα με μέση ηλικία 71 ετών, εκ των οποίων το 43% ένιωθε μοναξιά, βρήκαν ότι μέσα στην επόμενη εξαετία το 24,8% των μοναχικών (έναντι 12,5% των υπολοίπων) εμφάνισε δυσκολίες στην εκτέλεση των καθημερινών δραστηριοτήτων του, ενώ το 40,8% (έναντι 27,9%) δυσκολευόταν να ανέβει σκάλες.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου